Η ραιβοϊπποποδία διακρίνεται με βάση την αιτιολογία της σε συγγενή ραιβοϊπποποδία, παραλυτική ραιβοϊπποποδία (από πολιομυελίτιδα, εγκεφαλική παράλυση, μηνιγγομυελοκήλη κ.λπ.) και τη ραιβοϊπποποδία που παρατηρείται στην αρθρογρύπωση.
Η συγγενής ραιβοϊπποποδία αποτελεί τη συχνότερη συγγενή παραμόρφωση του ποδιού και είναι συχνότερη στα αγόρια από ότι στα κορίτσια (2:1), ενώ στις μισές περίπου περιπτώσεις εντοπίζεται αμφοτερόπλευρα.
Οι παθολογοανατομικές αλλοιώσεις εντοπίζονται τόσο στα οστά, όσο και στα μαλακά μόρια του ποδιού.
Το πρόσθιο τμήμα του ποδιού βρίσκεται σε προσαγωγή και το οπίσθιο σε μεγάλη ραιβότητα. Ο αστράγαλος φέρεται προς τα κάτω και έσω και είναι ψηλαφητός στην περιοχή του ταρσιαίου κόλπου. Το σκαφοειδές οστούν είναι επίσης παρεκτοπισμένο προς τα έσω. Τα μαλακά μόρια της έσω επιφάνειας του ποδιού υπολείπονται σε ανάπτυξη και είναι βραχύτερα από τα φυσιολογικά.
Το πόδι παραμένει πάντοτε μικρότερο του υγιούς ακόμη και μετά από επιτυχή θεραπευτική αντιμετώπιση.
Βάση της κλινικής εικόνας έχουμε τρείς βαθμούς βαρύτητας της πάθησης:
- Ελαφρά μορφή η οποία είναι η σπανιότερη και διορθώνεται εύκολα παθητικά.
-
Μέσης βαρύτητας. Διορθώνεται με χειρισμούς, δεν υπάρχει εγκάρσια πτυχή στο πέλμα και κατά κανόνα αντιμετωπίζεται με επιτυχία συντηρητικά με διαδοχική (ανά εβδομάδα) τοποθέτηση μηροκνημοποδικών γύψινων επιδέσμων. Οι δυο αυτές μορφές αναφέρονται ως εύκαμπτη μορφή ραιβοϊπποποδίας.
-
Βαρείας μορφής ή δύσκαμπτη ραιβοϊπποποδια. Δεν διορθώνεται παθητικά, οι παραμορφώσεις που προαναφέρθηκαν είναι έντονες και κατά κανόνα μετά από χρονικό διάστημα ορισμένων μηνών τοποθέτησης διορθωτικών γύψινων επιδέσμων απαιτείται χειρουργική διόρθωση.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση μπορεί να είναι συντηρητική, χειρουργική ή συνδυασμός αυτών.
Η συντηρητική αντιμετώπιση αρχίζει αμέσως μετά τη γέννηση (την 5η-7η ημέρα της ζωής ) με τοποθέτηση μηροκνημοποδικού γύψινου επιδέσμου σε θέση διόρθωσης του ποδιού, με το γόνατο σε κάμψη 90ο περίπου, ώστε να μην βγάζει το βρέφος μόνο του τον γύψινο επίδεσμο. Οι διορθωτικοί γύψινοι επίδεσμοι αλλάζουν ανά μια εβδομάδα, διότι η αύξηση του παιδιού μπορεί να δημιουργήσει πιεστικά προβλήματα.
Την τελευταία δεκαετία χρησιμοποιείται ευρέως από πολλούς ορθοπαιδικούς η μέθοδος συντηρητικής αντιμετώπισης κατά Ponseti, παρουσιάζοντας πολύ καλά αποτελέσματα.
Στις περιπτώσεις σκληρής και δύσκαμπτης ραιβοϊπποποδιας, η αρχική συντηρητική αντιμετώπιση έχει ως σκοπό τον περιορισμό της περαιτέρω επιδείνωσης της παραμόρφωσης και όχι την επίτευξη διόρθωσης με συντηρητικά μέσα.
Σε ηλικία περίπου 6 μηνών, γίνεται εκτίμηση του αποτελέσματος που επιτεύχθηκε συντηρητικά και αποφασίζεται αν θα χρειαστεί χειρουργική αντιμετώπιση. Η τελευταία περιλαμβάνει εγχειρήσεις επί των μαλακών μορίων, επί των οστών ή επί αμφοτέρων.